Οι πιο ωραίες παραλίες που θυμάσαι δεν είναι εκείνες που είχαν τα πιο κρυστάλλινα νερά, αλλά εκείνες στις οποίες είχες ξεχαστεί όλη μέρα διαβάζοντας.


Ξαπλωμένος ράθυμα κάτω από ένα αρμυρίκι, με τα πόδια γυμνά μέσα στο νερό, και συντροφιά με ένα βιβλίο. Και «τριγύρω η θάλασσα η δεσποτική»*.


Κρατάς αυτές τις μέρες, της απόλυτης ανεμελιάς, και τις φέρνεις ξανά και ξανά στο νου όταν γυρίζεις απ' το γραφείο τέτοιες ώρες σαν αυτήν. Όταν βάζεις στο iPod να παίξουν μουσικές και με ένα ποτήρι κρασί προσπαθείς να αναπληρώσεις τον χαμένο χρόνο. Εκείνες τις βόλτες με το ποδήλατο που δεν έγιναν, τα απογευματινά φιλιά έξω από το σινεμά που δεν δόθηκαν, τα διαβάσματα στην πιο ωραία ώρα, λίγο πριν το δειλινό. Και τις περισσότερες φορές το κόλπο πιάνει. Χάρη στην ευσπλαχνική φαντασία και στη μνήμη που επιμένει να γαντζώνεται ευτυχώς, σαν από ένστικτο, σε ό,τι πιο φωτεινό. Και μόνο το να θυμηθείς εκείνα τα μεσημέρια αρκεί. Τις βόλτες μέσα στον ήλιο, στους στενούς χωματόδρομους με τις ξερολιθιές, στους γυμνούς λόφους πάνω από το Αιγαίο.


Αρκεί, στ' αλήθεια, για να ξαπλώσεις χωρίς να λεκιάσεις το λευκό μαξιλάρι με τύψεις για όλα εκείνα τα ωραία πράγματα που θα μπορούσες να κάνεις αλλά δεν πρόλαβες. Για τις ιστορίες που δεν διάβασες, μα πιο πολύ για τις ιστορίες που δεν έζησες. 

Υ.Γ. Οι φωτογραφίες είναι από τη Σύρο. Από τους Σαντορινιούς και τα Κόκκινα. Κι ο στίχος από το Μονόγραμμα.