Πολυτελείς σουίτες, μαργαριταρένια κολιέ, παθιασμένα τανγκό σε παράγκες του Μπουένος Άιρες και ένοχα μυστικά στο φως της Μεσογείου. Ερωτικά τρίγωνα, επικίνδυνα ηδονικά παιχνίδια και πρόστυχες ματιές που κόβουν σαν ξυράφι. Υπερωκεάνια που διασχίζουν τον Ατλαντικό μέσα στη νύχτα. Αστραφτερές Jaguar στους φιδογυριστούς δρόμους της Ριβιέρας. Βίλες που κρύβουν στα χρηματοκιβώτιά τους πολιτικά μυστικά. Υπέροχα γεύματα σε ηλιόλουστες βεράντες στο Αμάλφι. Δολοφονίες, κλοπές, ίντριγκες σε διεθνείς σκακιστικούς αγώνες, ο εμφύλιος της Ισπανίας κι ένας υπόγειος πόλεμος μεταξύ των μυστικών υπηρεσιών λίγο πριν ξεσπάσει η καταιγίδα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Το μυθιστόρημα Το τανγκό της παλιάς φρουράς του Αρτούρο Πέρεθ-Ρεβέρτε (μτφρ. Τιτίνα Σπερελάκη, εκδ. Πατάκης) τα έχει όλα. Τόσο πολύ που αισθάνεσαι ότι ο συγγραφέας ζωγραφίζει έναν πίνακα ή σκηνοθετεί μια ταινία με καταπληκτικά σκηνικά και κοστούμια. Στην αρχή ενθουσιάστηκα. Στη συνέχεια όμως άρχισα να νιώθω ελαφρώς άβολα. Διαβάζοντας, τουλάχιστον μέχρι τη μέση του βιβλίου, είχα όλο και πιο έντονα την αίσθηση ότι κάτι έλειπε. Σαν ένα gourmet πιάτο άψογα μαγειρεμένο, με τα σωστά υλικά, σερβιρισμένο σε ένα τραπέζι που ακολουθεί τους κανόνες της art de la table, ένα πιάτο που θα χορτάσει το βλέμμα σου, αλλά που θα ξεχάσεις τη γεύση του αμέσως μετά την τελευταία μπουκιά.

Το μυθιστόρημα ξεκινά το 1928 σε ένα υπερωκεάνιο που μόλις έχει αφήσει πίσω του τις ακτές της Ισπανίας και κατευθύνεται στην Αργεντινή. Σε αυτό επιβαίνει ένα ευκατάστατο, αριστοκρατικό ζευγάρι, ο συνθέτης Αρμάντο ντε Τροέγε και η πολύ κομψή Μέτσα-Ινθούνθα (τόσο όμορφη και πορσελάνινη όπως η Γκρέις Κέλι στην ταινία του Χίτσκοκ To Catch a Thief). Το πρώτο κιόλας βράδυ, αμέσως μετά το δείπνο, το ζευγάρι μπαίνει στο στόχαστρο ενός νεαρού, του Μαξ Κόστα, ο οποίος εργάζεται στο πλοίο ως κοσμικός χορευτής, συνοδεύοντας δηλαδή στην πίστα μοναχικές κυρίες και γυναίκες που ο συνοδός τους δεν χορεύει ποτέ. Όταν φτάνουν στην Αργεντινή, ο χορευτής αναλαμβάνει να ξεναγήσει τον Ντε Τροέγε και τη γυναίκα του στις πιο κακόφημες γειτονιές της πατρίδας του και εκεί σε μία παράγκα, όπου νταβατζήδες και πόρνες χορεύουν το αυθεντικό τανγκό της παλιάς φρουράς, μέσα στον καπνό των πούρων και τη μυρωδιά του φθηνού αλκοόλ, γεννιέται μεταξύ τους ένα ερωτικό τρίγωνο. Η ιστορία των ηρώων εκτυλίσσεται σε τρεις διαφορετικούς χρόνους: Στο Μπουένος Άιρες, στη Νίκαια λίγα χρόνια αργότερα και στο Αμάλφι μετά τον πόλεμο.

Για να είμαι ειλικρινής, στη μέση εγκατέλειψα το βιβλίο και άρχισα το Μόνος στο Βερολίνο του Χανς Φάλαντα. Μετά από καιρό, έχοντας διαβάσει και άλλα βιβλία, αποφάσισα να επιστρέψω στον Πέρεθ-Ρεβέρτε για να διαπιστώσω αν τον είχα αδικήσει. Η αίσθηση ότι είχα στα χέρια μου ένα μυθιστόρημα καλογραμμένο, ατμοσφαιρικό -μα ίσως περισσότερο από όσο θα έπρεπε στυλιζαρισμένο-, αλλά εντελώς «άψυχο», ήταν ίδια. Αυτό που είχε αλλάξει πλέον ήταν ο ρυθμός αφήγησης. Η πλοκή είχε γίνει πιο γρήγορη, οι εξελίξεις περισσότερες και πιο ενδιαφέρουσες από αυτές ενός παράνομου love story. Μυστικοί πράκτορες, πρωταθλητές σε αγώνες σκάκι, αριστοκράτες που έπαιζαν άγρια παιχνίδια με τον φασισμό, εμπλέκονται στην ιστορία και κάνουν το δεύτερο μισό του βιβλίου πιο spicy. Έτσι, χαλάρωσα και ακολούθησα τους ήρωες μέχρι τέλους, χωρίς να βαρυγκωμώ, χωρίς να φλερτάρω κρυφά με άλλα βιβλία και τελικά σχεδόν το μυθιστόρημα μου άρεσε. Σχεδόν.